Εισαγωγή
Αφορμή για τη συγγραφή του άρθρου( Σεξουαλική κακοποίηση παιδιών ) ήταν η εξομολόγηση της 60χρονης γιαγιάς ενός κοριτσιού 4,5 ετών που κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον πατέρα του και γαμπρό της πρώτης. Συγκλονισμένη, με δάκρυα στα μάτια και τρεμάμενη φωνή μου είπε:
«Θα σας αποκαλύψω για πρώτη φορά στη ζωή μου την τραγωδία που με βαραίνει μέχρι σήμερα. Δε φαντάστηκα ποτέ πως και η εγγονή μου θα βίωνε κάτι ανάλογο. Ήμουν 6 ετών όταν βιάστηκα από κάποιον άντρα στο χωριό μου. Όταν το αποκάλυψα στους γονείς μου, η κύρια έγνοια τους ήταν να μη μαθευτεί τίποτα προς τα έξω. Το στίγμα θα ήταν βαρύ όχι μόνο για την οικογένεια αλλά και για μένα, καθώς αργότερα κανείς δεν θα βρισκόταν να παντρευτεί μια «μαγαρισμένη». Τα χρόνια πέρασαν, μετακομίσαμε στην πόλη και κάποτε γνώρισα τον άντρα μου και τον παντρεύτηκα. Εκεί ξανάζησα το Γολγοθά μου. Κάθε μας ερωτική επαφή ήταν ένα μαρτύριο, μα δεν ήθελα και δεν έπρεπε να μιλήσω. Έτρεμα σύγκορμη, νοιώθοντας απίστευτη αηδία σε κάθε άγγιγμα. Ο άντρας μου νόμιζε πως ήταν από ηδονή και έλεγε υπερήφανα «τι θερμή γυναίκα που έχω». Κουβαλώ σιωπηρά ακόμη το σταυρό μου με απέραντη ντροπή και ενοχές».
Πολλά είναι τα παιδιά που έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης χωρίς ποτέ να το αποκαλύψουν σε κάποιον ενήλικα. Το προσωπικό των παιδικών σταθμών, εξαιτίας της καθημερινής και άμεσης επαφής με το παιδί, έχει μεγάλες δυνατότητες να επισημάνει τα μηνύματα που εκπέμπει και να μπορέσει να βοηθήσει αποφασιστικά. Απαραίτητες προϋποθέσεις, όμως, είναι τόσο η ανάλογη γνώση και ευαισθητοποίηση για τον τρόπο που εκφράζονται τέτοιου είδους βιώματα όσο και η ύπαρξη μιας σχέσης εμπιστοσύνης μαζί του.
Ορισμός
Οι περισσότεροι ορισμοί της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης(Π.Σ.Κ.) συμπεριλαμβάνουν πλέον μία ή περισσότερες από τις παρακάτω παραμέτρους:
Ο ενήλικας εκμεταλλεύεται τη σχέση εξάρτησης του παιδιού μαζί του
Η πράξη παραβιάζει την ακεραιότητα του παιδιού
Πρόκειται για πράξη που το παιδί δεν μπορεί να κατανοήσει και δεν διαθέτει την ανάλογη ωριμότητα και γνώση ώστε να δώσει τη συγκατάθεσή του
Η πράξη εκπορεύεται αποκλειστικά από τις ανάγκες του ενήλικα
Η πράξη παραβιάζει κοινωνικά ταμπού και είναι παράνομη
Όπως διαφαίνεται, οι περισσότεροι ορισμοί εστιάζονται στη σχέση ανάμεσα σε έναν ενήλικα και ένα παιδί. Τα τελευταία χρόνια, όμως, διαπιστώθηκε πως υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις ανεπιθύμητων σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ συνομήλικων παιδιών, μεταξύ παιδιών και εφήβων, μεταξύ μεγαλύτερης ηλικίας παιδιών που κακοποιούν σεξουαλικά μικρότερης ηλικίας παιδιά ή ακόμα και το αντίστροφο. Η νεότερη έρευνα διαπίστωσε, επίσης, πως ένα σεβαστό ποσοστό ενήλικων δραστών άρχισε ήδη από την παιδική/εφηβική του ηλικία να παρενοχλεί/κακοποιεί άλλα παιδιά/εφήβους. Για το λόγο αυτό, όλο και περισσότεροι ορισμοί περιλαμβάνουν πλέον και τη σεξουαλική κακοποίηση (Σ.Κ.) μεταξύ παιδιών/εφήβων, εφ’ όσον υπάρχουν στοιχεία εκβιασμού, δόλου, πίεσης ή άσκησης βίας.
Ο παραδοσιακός ορισμός της αιμομιξίας αναφερόταν σε ερωτικές πράξεις μεταξύ ατόμων οποιουδήποτε βαθμού συγγένειας αίματος και οποιασδήποτε ηλικίας. Ως εκ τούτου, ο όρος «αιμομιξία» είναι πολύ ειδικότερος από τον όρο Π.Σ.Κ., του οποίου αποτελεί υποσύνολο. Εντούτοις, ο όρος «αιμομιξία» ήταν ο συχνότερα χρησιμοποιούμενος σε περιπτώσεις Π.Σ.Κ. περί τα μέσα της δεκαετίας του ΄80. Όμως, οι μεταβολές των οικογενειακών δεσμών και σχημάτων στις μοντέρνες κοινωνίες (θετοί γονείς, νέοι σύζυγοι κ.τ.λ.) και ο συνεχώς διευρυνόμενος αριθμός ατόμων (βρεφονηπιοκόμοι, δάσκαλοι, εκπαιδευτές κ.τ.λ.) που συμμετέχουν στη φροντίδα του παιδιού, αυξάνουν την πιθανότητα σεξουαλικής εκμετάλλευσής του και από άτομα εκτός οικογενείας και χωρίς συγγένεια αίματος. Συνεπώς, ο όρος «αιμομιξία», στη διεθνή βιβλιογραφία, τείνει να αντικατασταθεί από τον πολύ ευρύτερο «παιδική σεξουαλική κακοποίηση» (child sexual abuse), ενώ ήδη έχει εξαλειφθεί από νομικά κείμενα που αφορούν την Π.Σ.Κ.
Το Εθνικό Κέντρο Παιδικής Κακοποίησης και Παραμέλησης (NCCAN) των Η.Π.Α. ορίζει την Π.Σ.Κ. ως «τις επαφές και αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε ένα παιδί και έναν ενήλικα, όταν το παιδί χρησιμοποιείται προς σεξουαλικό ερεθισμό του δράστη ή άλλου προσώπου, όταν ο δράστης ή το άλλο πρόσωπο βρίσκονται σε θέση ισχύος ή ελέγχου ως προς το θύμα».
Ο ανωτέρω ορισμός, όπως και άλλοι ανάλογοι, διευρύνει τον παραδοσιακό ορισμό της αιμομιξίας και της Π.Σ.Κ. καθώς ενοχοποιεί κάθε πρόσωπο εντός ή εκτός οικογενείας, που μπορεί να είναι ακόμα και παιδιά μικρότερης ή μεγαλύτερης ηλικίας καθώς και έφηβοι, όπως και κάθε είδους πράξη με σεξουαλικές αποχρώσεις, πέραν της ολοκληρωμένης σεξουαλικής, όπως η επιδειξιμανία, η θωπεία των γεννητικών οργάνων του παιδιού από άλλο άτομο ή το αντίστροφο, ο αυνανισμός και άλλου είδους ερωτικές πράξεις ενώπιον του παιδιού, η χρησιμοποίηση του τελευταίου για παραγωγή πορνογραφικού υλικού, η επίδειξη τέτοιου είδους υλικού στο παιδί κ.ά.
Στη συνέχεια, θα χρησιμοποιείται για κάθε πράξη σεξουαλικού περιεχομένου σε βάρος του παιδιού, αποκλειστικά και μόνο, και με τις ανωτέρω προϋποθέσεις, ο όρος «παιδική σεξουαλική κακοποίηση» (Π.Σ.Κ.).
Η έρευνα γύρω από την παιδική σεξουαλική κακοποίηση
Οι περισσότερες περιπτώσεις κακοποίησης παιδιών δεν βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση της σεξουαλικής κακοποίησης, είτε λόγω απουσίας ιχνών άσκησης φυσικής βίας είτε εξαιτίας έντονης ντροπής
Οι επίσημες κρατικές στατιστικές δεν αντιπροσωπεύουν τα πραγματικά ποσοστά σεξουαλικής κακοποίησης και αποτελούν μόνο την «κορυφή του παγόβουνου».
Η έκταση του προβλήματος υποβαθμίζεται καθώς ένα στα τρία θύματα Π.Σ.Κ. δεν θυμούνται ως ενήλικες τα βιώματά τους. Όσο μικρότερη είναι η ηλικία του παιδιού τη στιγμή της Π.Σ.Κ. και όσο στενότερη η σχέση του με το θύτη τόσο εντονότερη είναι και η απώθηση κάθε σχετικής μνήμης.
Ενδιαφέροντα είναι τα κάτωθι στατιστικά στοιχεία:
α) ο τυπικός δράστης μιας Π.Σ.Κ. παρενοχλεί κατά μέσο όρο 117 παιδιά, από τα οποία τα περισσότερα ουδέποτε καταγγέλλουν το γεγονός.
β) ο φόβος πολλών παιδιών πως οι συνέπειες της αποκάλυψης, τόσο για τα ίδια όσο και για τις οικογένειές τους, θα να είναι πολύ σοβαρότερες από τη συνέχιση της σεξουαλικής τους κακοποίησης.
γ) ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των παιδιών προς τους άλλους συμβάλλει στην αποσιώπηση.
δ) η αίσθηση πολλών θυμάτων Π.Σ.Κ. πως τα ίδια ευθύνονται για την κακοποίησή τους.
ε) ιδιαίτερα τα πολύ μικρής ηλικίας θύματα, δεν έχουν την αίσθηση πως πρόκειται για σεξουαλική κακοποίηση.
H έκταση του προβλήματος – στατιστικά στοιχεία
Στη χώρα μας, υπάρχει έλλειψη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων καθώς δεν υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές καταγραφής και αξιολόγησής τους.
Η Π.Σ.Κ. τείνει να πάρει διαστάσεις επιδημίας διεθνώς. Οι καταγραφείσες περιπτώσεις Π.Σ.Κ. στις Η.Π.Α. αυξήθηκαν σε ποσοστό 322% μεταξύ του 1980 και του 1990.
Τα ποσοστά Σ.Κ. ποικίλουν ανάλογα με τον ορισμό και το δείγμα (παιδιά, έφηβοι, ενήλικες, γονείς). Αναδρομικές έρευνες με ενήλικες, που ανέφεραν εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, παρουσιάζουν ποσοστά Σ.Κ. που κυμαίνονται από 1% -με τη χρήση πολύ αυστηρού ορισμού για σεξουαλική επαφή με στοιχεία πίεσης και εξαναγκασμού- έως 19%, με τη χρήση ενός ευρύτερου ορισμού. Τα ποσοστά Π.Σ.Κ. στις ενήλικες γυναίκες κυμαίνονται από 0,9% -όταν χρησιμοποιείται ο βιασμός ως ορισμός της Σ.Κ.- έως 45% -όταν χρησιμοποιείται ένας ευρύτερος ορισμός. Για το διάστημα 1980-2000, το μέσο ποσοστό Π.Σ.Κ. στον γενικό πληθυσμό προσεγγίζει το 20% στις γυναίκες και 5-10% στους άνδρες.
Στη μεγαλύτερη έρευνα που διενεργήθηκε ποτέ στον Καναδά, το 53% των ενήλικων γυναικών και το 31% των ανδρών έπεσαν θύματα Π.Σ.Κ.
Συχνότητα Σ.Κ. σε παιδιά προσχολικής και πρώιμης σχολικής ηλικίας
Σε μια μεγάλη έρευνα, διαπιστώθηκε πως 5,5 παιδιά στα 10.000 υφίστανται Σ.Κ. στα πλαίσια της προσχολικής αγωγής. Το 40% των θυτών ήταν γυναίκες και το 60% άνδρες, αν και οι τελευταίοι αποτελούσαν μόνο το 5% του προσωπικού των βρεφονηπιακών σταθμών.
Σε επόμενη αναδρομική έρευνα ενηλίκων, διαπιστώθηκε πως το 17% των γυναικών και το 16% των ανδρών υπέστησαν Π.Σ.Κ. Η μέση ηλικία κακοποίησης ήταν 9,9 έτη για τα αγόρια και 9,6 για τα κορίτσια. Κακοποίηση πριν την ηλικία των 8 ετών υπήρξε στο 22% των αγοριών και στο 23% των κοριτσιών. Οι περισσότεροι θύτες της Π.Σ.Κ. τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών ήταν μεγαλύτεροι από τα θύματά τους κατά 10 χρόνια τουλάχιστον. Το 42% των γυναικών και το 33% των ανδρών δεν αποκάλυψαν ποτέ τη σεξουαλική τους κακοποίηση.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία στις Η.Π.Α., 1 στα 7 θύματα Σ.Κ. ήταν κάτω των 6 ετών και το 40% των θυτών τους ήταν νέοι κάτω των 18 ετών.
Σε μία από τις μεγαλύτερες έρευνες στον Καναδά, διαπιστώθηκε πως στο 80% των περιπτώσεων Σ.Κ. που διερευνήθηκαν οι θύτες κατείχαν δημόσιες θέσεις εμπιστοσύνης – το 50% ήταν επαγγελματίες ασχολούμενοι με παιδιά (δάσκαλοι, κληρικοί κ.ά.) και το 30% κατείχε μη επαγγελματικές θέσεις (αρχηγοί αθλητικών δραστηριοτήτων, προσκοπισμού κ.ά.), ενώ το 20% ήταν γείτονες και φίλοι.
Όσο συγκλονιστικό και αν είναι το ενδεχόμενο αυτό, το προσωπικό βρεφονηπιακών σταθμών και σχολείων οφείλει να γνωρίζει πως μια Π.Σ.Κ. μπορεί να συμβεί και στον εργασιακό τους χώρο, οπότε θα πρέπει να υπάρχει έτοιμο προς χρησιμοποίηση ένα προκαθορισμένο σχέδιο δράσης για μια τέτοια περίπτωση.
Ποια παιδιά υφίστανται Π.Σ.Κ.; Παράγοντες κινδύνου
Κάθε παιδί μπορεί να πέσει θύμα Σ.Κ. από έναν ενήλικα που εκμεταλλεύεται την εμπιστοσύνη, τη σχέση εξάρτησης, την αδυναμία ή την άγνοιά του. Ορισμένα, όμως, παιδιά διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι λόγοι είναι πολλοί και αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης αλληλεπίδρασης ατομικών, διαπροσωπικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Πολλές θεωρίες και μοντέλα έχουν χρησιμοποιηθεί για την ερμηνεία διαφόρων μορφών βίας εντός και εκτός οικογενείας. Το επικρατέστερο μοντέλο είναι το λεγόμενο «οικολογικό» που εξετάζει τη σχέση μεταξύ ατομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, θεωρώντας κάθε μορφή βίας ως το αποτέλεσμα μιας πολυεπίπεδης επίδρασης στη συμπεριφορά.
Α. Ατομικοί παράγοντες κινδύνου που αφορούν το παιδί
1. Ηλικία
Τα ποσοστά Π.Σ.Κ. αυξάνουν στην προεφηβεία, και κορυφώνονται κατά την εφηβεία.
2. Φύλο
Στις περισσότερες χώρες, τα ποσοστά Π.Σ.Κ. είναι 1,5-3 φορές υψηλότερα στα κορίτσια.
3. Αναπηρία
Παιδιά με κάποια μορφή αναπηρίας διατρέχουν 4-10 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο Π.Σ.Κ.
4. Φυσική γοητεία/ωριμότητα
Η φυσική γοητεία/ωριμότητα έχει αποδειχθεί πως αυξάνει τον κίνδυνο Π.Σ.Κ.
5. Πρώιμη σεξουαλική ωριμότητα
6. Μοναχικότητα
Παιδιά παθητικά και μοναχικά, κοινωνικά απομονωμένα, με ελάχιστους φίλους και χωρίς πρωτοβουλίες, διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο.
B. Ατομικά και άλλα χαρακτηριστικά που αφορούν το θύτη
1. Φύλο :
στην περίπτωση Σ.Κ. κοριτσιών, περισσότεροι από το 90% των θυτών είναι
άνδρες, ενώ, στην περίπτωση Σ.Κ. αγοριών, το ποσοστό των ανδρών-θυτών
κυμαίνεται μεταξύ 63% και 86%
2. Χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσανεξία έντονων συναισθημάτων, έλλειψη συναισθαντικότητας, ανεπίλυτες/υποσυνείδητες ενδοψυχικές συγκρούσεις.
3. Ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης
Οι περισσότεροι γονείς/φροντιστές-θύτες έχουν πέσει οι ίδιοι ως παιδιά θύματα Σ.Κ.
4. Υπερπροστατευτικός ή ζηλόφθων προς το παιδί και τους φίλους του
Κάνει χρήση οινοπνεύματος ή άλλων ουσιών
Ενθαρρύνει το παιδί να επιδεικνύεται γυμνό
Έχει αποπλανητική στάση απέναντι στο παιδί
Εκθέτει το παιδί σε πορνογραφικό υλικό
Ενθαρρύνει το παιδί σε σεξουαλικές πράξεις
Προκαλεί ελεύθερες συζητήσεις με το παιδί περί σεξουαλικών θεμάτων
5. Γονέας/φροντιστής με πολλούς ερωτικούς συντρόφουs
Γ. Οικογενειακοί παράγοντες κινδύνου
Η Π.Σ.Κ. δεν περιορίζεται σε ορισμένες κοινωνικές τάξεις ή ομάδες, αλλά αφορά κάθε εθνική, φυλετική, θρησκευτική, κοινωνική και οικονομική ομάδα. Έχουν παρατηρηθεί, όμως, κάποια κοινά χαρακτηριστικά στις οικογένειες με Σ.Κ.
Κοινωνικά απομονωμένες και αποδιοργανωμένες οικογένειες
Ύπαρξη πατριού/μητριάς ή τοποθέτηση του παιδιού σε ίδρυμα ή ανάδοχη οικογένεια εξαιτίας διάλυσης της οικογένειας
Ανεπαρκής συναισθηματική σχέση γονέα – παιδιού
Ανεπαρκής οικογενειακή συνοχή
Χαμηλή οικογενειακή προσαρμοστικότητα
Προβλήματα γάμου, διαζύγιο ή ενδοοικογενειακή βία
Άκαμπτοι ρόλοι και έλλειψη ευελιξίας στις σχέσεις και στην επικοινωνία
Έντονος φόβος εγκατάλειψης
Tα μέλη της οικογένειας διακατέχονται από έντονο φόβο εγκατάλειψης και άγχος αποχωρισμού. Σε περίπτωση Σ.Κ., αυτή «αποσιωπάται» καθώς η αποκάλυψή της θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάλυση της οικογένειας.
Ενδείξεις ότι ένα παιδί έχει πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης
Μόνο ένα μικρό ποσοστό παιδιών βρίσκουν το κουράγιο και τις λέξεις να αποκαλύψουν σε κάποιον ενήλικα βιώματα Σ.Κ. με αποτέλεσμα ο δράστης να «προστατεύεται» και η Σ.Κ. να συνεχίζεται. Οι κυριότεροι λόγοι που αυτό συμβαίνει είναι:
- το παιδί είναι πολύ μικρό για να λεκτικοποιήσει τα γεγονότα
- έχει απειληθεί ή δωροδοκηθεί από τον δράστη
- νοιώθει σύγχυση εξαιτίας των συναισθημάτων που συνοδεύουν τη Σ.Κ.
- φοβάται πως δεν θα το πιστέψουν
- αυτομέμφεται ή πιστεύει πως η Σ.Κ. είναι η τιμωρία του γιατί ήταν «κακό παιδί»
- νοιώθει ντροπή και αμηχανία
- φοβάται μήπως μπλεχθεί ή δημιουργήσει προβλήματα σε ένα αγαπημένο του πρόσωπο
Συνήθως απουσιάζουν οι εμφανείς σωματικές ενδείξεις Σ.Κ. ή εντοπίζονται μόνον από έναν ειδικό διαμέσου μιας ενδελεχούς σωματικής εξέτασης του παιδιού. Τα συνηθέστερα σωματικά ευρήματα είναι:
- διάφοροι μώλωπες στο κορμί του παιδιού (π.χ. χέρια, πόδια)
- εκδορές σε καρπούς και αστραγάλους (π.χ. από σχοινί)
- ερεθισμός/φλεγμονή/αιμορραγία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή του πρωκτού
- δυσκολία του παιδιού να περπατήσει ή να καθίσει
- ερεθισμός του στόματος
- ολική ή μερική ρήξη του παρθενικού υμένα
- αφροδίσια νοσήματα
Συμπεραίνεται ότι είναι πολύ σημαντική η ικανότητα αναγνώρισης της Π.Σ.Κ. από έμμεσες ενδείξεις, λεκτικές ή μη λεκτικές (π.χ. παιχνίδι, ζωγραφιές, γλώσσα σώματος και επαφή του με άλλα παιδιά και ενήλικες).
Ο εντοπισμός εξαρτάται άμεσα από τη γνώση, την ευαισθησία και τις αξίες του καθενός και από τους ψυχικούς αμυντικούς του μηχανισμούς που αποσκοπούν στην προστασία του από τη συνειδητοποίηση και βίωση επώδυνων εμπειριών, όπως π.χ. η διαπίστωση μιας Π.Σ.Κ.
Οι συνηθέστερες ενδείξεις -αλλά όχι αποδείξεις- Π.Σ.Κ., που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση και ψυχολογική εκτίμηση από ειδικούς, είναι οι εξής:
- γνώση του παιδιού για σεξουαλικά θέματα που είναι ασύμβατα με την ηλικία του
- ασυνήθιστο ενδιαφέρον του παιδιού γύρω από σεξουαλικά θέματα
- προβλήματα ύπνου, εφιάλτες, φόβος για το σκοτάδι
- υπερβολικός φόβος για «τέρατα»
- ξαφνικές αλλαγές διάθεσης (οργή, φόβος, θυμός ή απόσυρση)
- φόβος για συγκεκριμένα άτομα ή χώρους (π.χ. αρνείται ξαφνικά να μείνει μόνο του με κάποιο συγκεκριμένο άτομο ή σιωπά και αποσύρεται στην παρουσία του, αρνείται να πάει στο σχολείο ή στον παιδικό σταθμό)
- έχει στην κατοχή του διάφορα δώρα ή χρήματα
- δεν θέλει να μιλήσει για κάποιο «μυστικό»
- αυτοκαταστροφική συμπεριφορά
- ξαφνική άρνηση συμμετοχής στη γυμναστική ή σε άλλες φυσικές δραστηριότητες
- φυγές
- δηλώσεις πως το σώμα είναι βρώμικο ή έχει κάποια βλάβη
- διάφορα ψυχοσωματικά προβλήματα, μειωμένη σχολική επίδοση
- ανησυχία, άγχος, κατάθλιψη ή απόσυρση
- αυτοκτονική συμπεριφορά
- υπερβολικό πλύσιμο ή ελλιπής σωματική υγιεινή
Επιπλέον ενδείξεις και συμπτώματα που αφορούν περισσότερο παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι:
- υπερβολικός αυνανισμός
- νέες λέξεις για απόκρυφα μέρη του σώματός τους
- απρόσμενες και σύντομες δηλώσεις πως έπεσαν θύματα Σ.Κ.
- σεξουαλικά παιχνίδια με άλλα παιδιά, κούκλες ή ζωάκια
- ξαφνική παλινδρόμηση του παιδιού όσον αφορά στην ψυχοσεξουαλική του εξέλιξη (π.χ. νυχτερινή ενούρηση, θηλασμός του δακτύλου)
- αποπλανητική και σεξουαλικά προκλητική συμπεριφορά προς άλλα παιδιά και ενήλικες (θέλει να φιλά στο στόμα, να αγγίζει απόκρυφα μέρη του σώματος του άλλου, ή να χρησιμοποιεί «βρώμικες» λέξεις ή εκφράσεις)
- αυτοκαταστροφική συμπεριφορά (π.χ. να βάζει αιχμηρά αντικείμενα στο στόμα ή στα γεννητικά του όργανα), να χτυπά το κεφάλι του, τραβά και βγάζει τα μαλλιά του κ.ά.
- έντονος φόβος και άρνηση για αλλαγή πάνας
- εκλεκτική βωβότητα
- έντονη άρνηση και φόβος κατά την παραλαβή του από οικείο πρόσωπο από τον βρεφονηπιακό σταθμό
- έντονες φαντασιώσεις τρομακτικού περιεχομένου
Οι συνέπειες της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης
Η πρώτη περίοδος της σύγχρονης έρευνας για τις συνέπειες της Π.Σ.Κ. δεν στηρίχθηκε σε άμεσες παρατηρήσεις παιδιών-θυμάτων, αλλά σε ενήλικους ψυχιατρικούς ασθενείς και μάλιστα σχεδόν αποκλειστικά σε γυναίκες που έπεσαν θύματα Π.Σ.Κ. αιμομικτικού τύπου. Συνεπώς, παρέμειναν στην ουσία εντελώς αδιερεύνητες οι συνέπειες της Σ.Κ. αγοριών καθώς και οι περιπτώσεις Π.Σ.Κ. μη αιμομικτικού χαρακτήρα.
Όσον αφορά στις μακροπρόθεσμες συνέπειες της Π.Σ.Κ., διαπιστώθηκε πως υπάρχει συχνά αλληλοεπικάλυψη μεταξύ φυσικής, συναισθηματικής και σεξουαλικής κακοποίησης. Συνήθως, ένα παιδί, που εκτίθεται σε μια μορφή κακοποίησης, βιώνει ταυτόχρονα και άλλες μορφές κακοποίησης ή παραμέλησης. Για παράδειγμα, έρευνες κατέδειξαν πως γυναίκες με ιστορικό Π.Σ.Κ. είχαν τουλάχιστον πενταπλάσιο ποσοστό φυσικής κακοποίησης και τριπλάσιο συναισθηματικής στέρησης. Υπάρχει, από τη μία, ένα συγκεκριμένο γεγονός (π.χ. φυσική ή σεξουαλική κακοποίηση), και, από την άλλη, μια μόνιμη απουσία γονικής στήριξης και φροντίδας (π.χ. παραμέληση). Η ύπαρξη μιας οικολογικής-εξελικτικής θεώρησης κρίνεται ως απαραίτητη και σημαίνει πως, στην εκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της Π.Σ.Κ., θα πρέπει οπωσδήποτε να συνυπολογίζεται και η ποιότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Οι παράγοντες που φαίνεται πως επηρεάζουν τις συνέπειες μιας Π.Σ.Κ. είναι:
- Η ηλικία του παιδιού: μικρότερης ηλικίας παιδιά είναι πιο ευάλωτα, αλλά οι συνέπειες διαφέρουν ανάλογα με τη εξελικτική φάση που βρίσκονται.
- Το άτομο που διέπραξε την κακοποίηση: οι συνέπειες είναι γενικώς σοβαρότερες όταν ο δράστης είναι άτομο που το παιδί αγαπά και εμπιστεύεται («τραύμα προδοσίας»).
- Οι αντιδράσεις του ατόμου στο οποίο το παιδί εκμυστηρεύεται τη Σ.Κ.: αντιδράσεις αμφισβήτησης, αδιαφορίας, μομφής κ.ά. μπορεί να πλήξουν το παιδί περισσότερο και από την ίδια τη Σ.Κ.
- Η άσκηση βίας, η έκταση και η έντασή της.
- Η διάρκεια και η συχνότητα της Σ.Κ.
- Ο αριθμός των διαφόρων δραστών.
Ορισμένοι άλλοι ειδικοί παράγοντες είναι :
- Η άσκηση εσκεμμένης βίας κατά τη Σ.Κ.
- Πόσο «φυσική» θεωρείται η Σ.Κ. στην ευρύτερη οικογένεια και στην τοπική κουλτούρα.
- Κατά πόσο το παιδί έχει στην οικογένειά του άτομα που αγαπά και είναι πεπεισμένο πως και αυτά το αγαπούν.
- Η ύπαρξη καλών σχέσεων μεταξύ παιδιού και φίλων, συγγενών, βρεφονηπιοκόμων ή δασκάλων.
- Η ύπαρξη σχέσεων όπου το παιδί μπορεί να εκφράζει ακόμα και «αρνητικά» συναισθήματα που αντιμετωπίζονται συνήθως με αποδοχή, ηρεμία και συγκρότηση.
Βραχυπρόθεσμες συνέπειες της Σ.Κ.
- Διαταραχή μετατραυματικού «stress» (PTSD): >50%
Το σύνδρομο αυτό εκδηλώνεται με συμπτώματα που διαχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: επίμονη αναβίωση του τραυματικού γεγονότος, επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που συνδέονται με το τραυματικό γεγονός ή γενική απόσυρση και ψυχολογική υπερεγρήγορση (μόνιμη αίσθηση απειλής)
- Αντιδραστική σεξουαλικοποιημένη συμπεριφορά : ~30%
- Διάσπαση προσοχής : 23%
- Άγχος και κατάθλιψη : >33%
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση : 35%
- Γενικευμένα προβλήματα συμπεριφοράς : 30%
Μακροπρόθεσμες συνέπειες της Σ.Κ.
Οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν πως η Σ.Κ. μικρών παιδιών έχει ψυχολογικές, συναισθηματικές και κοινωνικές συνέπειες και προκαλεί διάφορες και ποικίλης έκτασης δυσλειτουργίες.
Κοινωνικο-οικονομική κατάσταση
Η άμεση σχέση μεταξύ Π.Σ.Κ., χαμηλής ακαδημαϊκής επίδοσης, δυσκολιών συμπεριφοράς, χαμηλής αυτοεκτίμησης και παθητικότητας είναι το δυσμενέστερο πιθανό μελλοντικό σενάριο της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης των θυμάτων μιας Π.Σ.Κ. Η σχέση αυτή είναι τετραπλάσια σε γυναίκες που έπεσαν θύματα μιας βίαιης μορφής Σ.Κ. που περιελάμβανε και διείσδυση.
Σεξουαλικότητα και σεξουαλική προσαρμογή
Η Π.Σ.Κ. συνδέεται άμεσα με προβλήματα σεξουαλικής προσαρμογής στην ενήλικη ζωή, όπως μειωμένη ικανοποίηση, μικρή ηλικία έναρξης ερωτικής ζωής και πρώτης εγκυμοσύνης, συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων, αυξημένο άγχος για τη σεξουαλική επαφή μέχρι σημείου αποφυγής των ερωτικών σχέσεων κ.ά.
Διαπροσωπικές σχέσεις και εγγύτητα
Τα θύματα Π.Σ.Κ. παρουσιάζουν μια γενική ανασφάλεια αργότερα στη ζωή τους και οι στενές διαπροσωπικές τους σχέσεις χαρακτηρίζονται από αστάθεια και έλλειψη ικανοποίησης.
Αυτοεκτίμηση
Υπάρχει σαφής σχέση ανάμεσα στην Π.Σ.Κ. και στην εξέλιξη χαμηλής αυτοεκτίμησης, ιδιαίτερα σε άτομα που υπέστησαν ως παιδιά πιο βίαιες μορφές Σ.Κ.
Μελλοντικές ψυχικές διαταραχές
Διαταραχές μετατραυματικού στρες, κατάθλιψη, άγχος, διαταραχές διατροφής (ψυχογενής ανορεξία, βουλιμία κ.ά.), απόπειρες αυτοκτονίας και χρήση διαφόρων ουσιών (οινόπνευμα κ.τ.λ.), αποτελούν προβλήματα που εμφανίζονται με 3-4πλάσια συχνότητα σε άτομα που ως παιδιά έπεσαν θύματα Σ.Κ.
Προληπτικές παρεμβάσεις – η συμβολή του προσωπικού
Αν και έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως η σημασία της πρόληψης και του εντοπισμού παιδιών που υπέστησαν Σ.Κ. ή που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, εντούτοις δεν υπάρχουν προγράμματα πρόληψης και επιμόρφωσης του προσωπικού ούτε στους βρεφονηπιακούς σταθμούς ούτε και στα σχολεία.
Η επιμόρφωση του προσωπικού σε θέματα Π.Σ.Κ. (αναγνώριση ενδείξεων, τρόποι προσέγγισης και χειρισμού του παιδιού, παράγοντες κινδύνου κ.τ.λ.), καθώς και η ύπαρξη και γνώση προκαθορισμένων μεθόδων που προάγουν την ασφάλεια του παιδιού, έχουν μεγάλη προληπτική αξία και ενδυναμώνουν την αυτοπεποίθηση και την αποτελεσματικότητα του προσωπικού.
Για να μπορέσει το προσωπικό να αποτελέσει σημείο αναφοράς και πρόσβασης, για να περάσει μηνύματα και για να διδάξει τρόπους αυτοπροστασίας και πρόληψης, θα πρέπει συνειδητά να επιδιώκει να κερδίσει τηνεμπιστοσύνη των παιδιών.
Το προσωπικό οφείλει να εκπαιδεύσει τα παιδιά ώστε να μπορούν να αναγνωρίζουν και να αρνούνται κάθε αθέμιτη προσέγγιση ή συμπεριφορά, να διακρίνουν το «αθώο» από το «πονηρό» άγγιγμα και τα «καλά» από τα «κακά» μυστικά. Να επισημανθεί το δικαίωμά τους για «καλά» μυστικά και η αποκάλυψη σε άτομα της εμπιστοσύνης τους κάθε «κακού» μυστικού ή αγγίγματος από οποιοδήποτε άτομο (συγγενή, δάσκαλο, βρεφονηπιοκόμο κ.τ.λ.).
Επειδή πολλές περιπτώσεις Σ.Κ. αφορούν παιδιά προσχολικής ηλικίας, τα μέτρα πρόληψης θα πρέπει να ξεκινούν νωρίς. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει τα εξής:
18 μηνών Εκμάθηση των κατάλληλων ονομασιών διαφόρων μερών του σώματος.
3-5 χρονών Εκμάθηση της ιδιαιτερότητας ορισμένων σημείων του σώματος, ειλικρινείς απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τη σεξουαλικότητα και αποφυγή/άρνηση προσεγγίσεων από ενήλικες ή μεγαλύτερα παιδιά
5-8 χρονών Εκμάθηση αυτοπροστασίας εκτός σπιτιού, διάκριση «αθώου» και «πονηρού» αγγίγματος και αποκάλυψη εμπειριών που το τρομάζουν.
8-12 χρονών Περαιτέρω τονισμός της προσωπικής ασφάλειας. Συζήτηση των κανόνων σεξουαλικής συμπεριφοράς που αποδέχεται η οικογένεια.
Η καλή επαφή του προσωπικού με τους γονείς και η επιμόρφωση των τελευταίων γύρω από θέματα που αφορούν στη φυσιολογική εξέλιξη των παιδιών, στη σεξουαλικότητά τους, στην αποκλίνουσα συμπεριφορά που ενδέχεται να υποδηλοί απόπειρα ή ύπαρξη Σ.Κ. και στη στάση που θα πρέπει να υιοθετηθεί στην περίπτωση αυτή, έχουν μεγάλη προληπτική αξία.
Όλες οι προσπάθειες πρόληψης πρέπει να απευθύνονται τόσο προς το ίδιο το παιδί και τους οποιουσδήποτε φροντιστές του όσο και προς το περιβάλλον του. Παρόλ’ αυτά, δεν επαρκούν εάν ταυτόχρονα δεν γίνεται και μια αξιολόγηση των ευρύτερων κοινωνικών παραγόντων που πυροδοτούν και συντηρούν τέτοια φαινόμενα, όπως η κακοποίηση παιδιών.
ΠΗΓΗ
Αφορμή για τη συγγραφή του άρθρου( Σεξουαλική κακοποίηση παιδιών ) ήταν η εξομολόγηση της 60χρονης γιαγιάς ενός κοριτσιού 4,5 ετών που κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον πατέρα του και γαμπρό της πρώτης. Συγκλονισμένη, με δάκρυα στα μάτια και τρεμάμενη φωνή μου είπε:
«Θα σας αποκαλύψω για πρώτη φορά στη ζωή μου την τραγωδία που με βαραίνει μέχρι σήμερα. Δε φαντάστηκα ποτέ πως και η εγγονή μου θα βίωνε κάτι ανάλογο. Ήμουν 6 ετών όταν βιάστηκα από κάποιον άντρα στο χωριό μου. Όταν το αποκάλυψα στους γονείς μου, η κύρια έγνοια τους ήταν να μη μαθευτεί τίποτα προς τα έξω. Το στίγμα θα ήταν βαρύ όχι μόνο για την οικογένεια αλλά και για μένα, καθώς αργότερα κανείς δεν θα βρισκόταν να παντρευτεί μια «μαγαρισμένη». Τα χρόνια πέρασαν, μετακομίσαμε στην πόλη και κάποτε γνώρισα τον άντρα μου και τον παντρεύτηκα. Εκεί ξανάζησα το Γολγοθά μου. Κάθε μας ερωτική επαφή ήταν ένα μαρτύριο, μα δεν ήθελα και δεν έπρεπε να μιλήσω. Έτρεμα σύγκορμη, νοιώθοντας απίστευτη αηδία σε κάθε άγγιγμα. Ο άντρας μου νόμιζε πως ήταν από ηδονή και έλεγε υπερήφανα «τι θερμή γυναίκα που έχω». Κουβαλώ σιωπηρά ακόμη το σταυρό μου με απέραντη ντροπή και ενοχές».
Πολλά είναι τα παιδιά που έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης χωρίς ποτέ να το αποκαλύψουν σε κάποιον ενήλικα. Το προσωπικό των παιδικών σταθμών, εξαιτίας της καθημερινής και άμεσης επαφής με το παιδί, έχει μεγάλες δυνατότητες να επισημάνει τα μηνύματα που εκπέμπει και να μπορέσει να βοηθήσει αποφασιστικά. Απαραίτητες προϋποθέσεις, όμως, είναι τόσο η ανάλογη γνώση και ευαισθητοποίηση για τον τρόπο που εκφράζονται τέτοιου είδους βιώματα όσο και η ύπαρξη μιας σχέσης εμπιστοσύνης μαζί του.
Ορισμός
Οι περισσότεροι ορισμοί της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης(Π.Σ.Κ.) συμπεριλαμβάνουν πλέον μία ή περισσότερες από τις παρακάτω παραμέτρους:
Ο ενήλικας εκμεταλλεύεται τη σχέση εξάρτησης του παιδιού μαζί του
Η πράξη παραβιάζει την ακεραιότητα του παιδιού
Πρόκειται για πράξη που το παιδί δεν μπορεί να κατανοήσει και δεν διαθέτει την ανάλογη ωριμότητα και γνώση ώστε να δώσει τη συγκατάθεσή του
Η πράξη εκπορεύεται αποκλειστικά από τις ανάγκες του ενήλικα
Η πράξη παραβιάζει κοινωνικά ταμπού και είναι παράνομη
Όπως διαφαίνεται, οι περισσότεροι ορισμοί εστιάζονται στη σχέση ανάμεσα σε έναν ενήλικα και ένα παιδί. Τα τελευταία χρόνια, όμως, διαπιστώθηκε πως υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις ανεπιθύμητων σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ συνομήλικων παιδιών, μεταξύ παιδιών και εφήβων, μεταξύ μεγαλύτερης ηλικίας παιδιών που κακοποιούν σεξουαλικά μικρότερης ηλικίας παιδιά ή ακόμα και το αντίστροφο. Η νεότερη έρευνα διαπίστωσε, επίσης, πως ένα σεβαστό ποσοστό ενήλικων δραστών άρχισε ήδη από την παιδική/εφηβική του ηλικία να παρενοχλεί/κακοποιεί άλλα παιδιά/εφήβους. Για το λόγο αυτό, όλο και περισσότεροι ορισμοί περιλαμβάνουν πλέον και τη σεξουαλική κακοποίηση (Σ.Κ.) μεταξύ παιδιών/εφήβων, εφ’ όσον υπάρχουν στοιχεία εκβιασμού, δόλου, πίεσης ή άσκησης βίας.
Ο παραδοσιακός ορισμός της αιμομιξίας αναφερόταν σε ερωτικές πράξεις μεταξύ ατόμων οποιουδήποτε βαθμού συγγένειας αίματος και οποιασδήποτε ηλικίας. Ως εκ τούτου, ο όρος «αιμομιξία» είναι πολύ ειδικότερος από τον όρο Π.Σ.Κ., του οποίου αποτελεί υποσύνολο. Εντούτοις, ο όρος «αιμομιξία» ήταν ο συχνότερα χρησιμοποιούμενος σε περιπτώσεις Π.Σ.Κ. περί τα μέσα της δεκαετίας του ΄80. Όμως, οι μεταβολές των οικογενειακών δεσμών και σχημάτων στις μοντέρνες κοινωνίες (θετοί γονείς, νέοι σύζυγοι κ.τ.λ.) και ο συνεχώς διευρυνόμενος αριθμός ατόμων (βρεφονηπιοκόμοι, δάσκαλοι, εκπαιδευτές κ.τ.λ.) που συμμετέχουν στη φροντίδα του παιδιού, αυξάνουν την πιθανότητα σεξουαλικής εκμετάλλευσής του και από άτομα εκτός οικογενείας και χωρίς συγγένεια αίματος. Συνεπώς, ο όρος «αιμομιξία», στη διεθνή βιβλιογραφία, τείνει να αντικατασταθεί από τον πολύ ευρύτερο «παιδική σεξουαλική κακοποίηση» (child sexual abuse), ενώ ήδη έχει εξαλειφθεί από νομικά κείμενα που αφορούν την Π.Σ.Κ.
Το Εθνικό Κέντρο Παιδικής Κακοποίησης και Παραμέλησης (NCCAN) των Η.Π.Α. ορίζει την Π.Σ.Κ. ως «τις επαφές και αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε ένα παιδί και έναν ενήλικα, όταν το παιδί χρησιμοποιείται προς σεξουαλικό ερεθισμό του δράστη ή άλλου προσώπου, όταν ο δράστης ή το άλλο πρόσωπο βρίσκονται σε θέση ισχύος ή ελέγχου ως προς το θύμα».
Ο ανωτέρω ορισμός, όπως και άλλοι ανάλογοι, διευρύνει τον παραδοσιακό ορισμό της αιμομιξίας και της Π.Σ.Κ. καθώς ενοχοποιεί κάθε πρόσωπο εντός ή εκτός οικογενείας, που μπορεί να είναι ακόμα και παιδιά μικρότερης ή μεγαλύτερης ηλικίας καθώς και έφηβοι, όπως και κάθε είδους πράξη με σεξουαλικές αποχρώσεις, πέραν της ολοκληρωμένης σεξουαλικής, όπως η επιδειξιμανία, η θωπεία των γεννητικών οργάνων του παιδιού από άλλο άτομο ή το αντίστροφο, ο αυνανισμός και άλλου είδους ερωτικές πράξεις ενώπιον του παιδιού, η χρησιμοποίηση του τελευταίου για παραγωγή πορνογραφικού υλικού, η επίδειξη τέτοιου είδους υλικού στο παιδί κ.ά.
Στη συνέχεια, θα χρησιμοποιείται για κάθε πράξη σεξουαλικού περιεχομένου σε βάρος του παιδιού, αποκλειστικά και μόνο, και με τις ανωτέρω προϋποθέσεις, ο όρος «παιδική σεξουαλική κακοποίηση» (Π.Σ.Κ.).
Η έρευνα γύρω από την παιδική σεξουαλική κακοποίηση
Οι περισσότερες περιπτώσεις κακοποίησης παιδιών δεν βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση της σεξουαλικής κακοποίησης, είτε λόγω απουσίας ιχνών άσκησης φυσικής βίας είτε εξαιτίας έντονης ντροπής
Οι επίσημες κρατικές στατιστικές δεν αντιπροσωπεύουν τα πραγματικά ποσοστά σεξουαλικής κακοποίησης και αποτελούν μόνο την «κορυφή του παγόβουνου».
Η έκταση του προβλήματος υποβαθμίζεται καθώς ένα στα τρία θύματα Π.Σ.Κ. δεν θυμούνται ως ενήλικες τα βιώματά τους. Όσο μικρότερη είναι η ηλικία του παιδιού τη στιγμή της Π.Σ.Κ. και όσο στενότερη η σχέση του με το θύτη τόσο εντονότερη είναι και η απώθηση κάθε σχετικής μνήμης.
Ενδιαφέροντα είναι τα κάτωθι στατιστικά στοιχεία:
α) ο τυπικός δράστης μιας Π.Σ.Κ. παρενοχλεί κατά μέσο όρο 117 παιδιά, από τα οποία τα περισσότερα ουδέποτε καταγγέλλουν το γεγονός.
β) ο φόβος πολλών παιδιών πως οι συνέπειες της αποκάλυψης, τόσο για τα ίδια όσο και για τις οικογένειές τους, θα να είναι πολύ σοβαρότερες από τη συνέχιση της σεξουαλικής τους κακοποίησης.
γ) ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των παιδιών προς τους άλλους συμβάλλει στην αποσιώπηση.
δ) η αίσθηση πολλών θυμάτων Π.Σ.Κ. πως τα ίδια ευθύνονται για την κακοποίησή τους.
ε) ιδιαίτερα τα πολύ μικρής ηλικίας θύματα, δεν έχουν την αίσθηση πως πρόκειται για σεξουαλική κακοποίηση.
H έκταση του προβλήματος – στατιστικά στοιχεία
Στη χώρα μας, υπάρχει έλλειψη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων καθώς δεν υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές καταγραφής και αξιολόγησής τους.
Η Π.Σ.Κ. τείνει να πάρει διαστάσεις επιδημίας διεθνώς. Οι καταγραφείσες περιπτώσεις Π.Σ.Κ. στις Η.Π.Α. αυξήθηκαν σε ποσοστό 322% μεταξύ του 1980 και του 1990.
Τα ποσοστά Σ.Κ. ποικίλουν ανάλογα με τον ορισμό και το δείγμα (παιδιά, έφηβοι, ενήλικες, γονείς). Αναδρομικές έρευνες με ενήλικες, που ανέφεραν εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, παρουσιάζουν ποσοστά Σ.Κ. που κυμαίνονται από 1% -με τη χρήση πολύ αυστηρού ορισμού για σεξουαλική επαφή με στοιχεία πίεσης και εξαναγκασμού- έως 19%, με τη χρήση ενός ευρύτερου ορισμού. Τα ποσοστά Π.Σ.Κ. στις ενήλικες γυναίκες κυμαίνονται από 0,9% -όταν χρησιμοποιείται ο βιασμός ως ορισμός της Σ.Κ.- έως 45% -όταν χρησιμοποιείται ένας ευρύτερος ορισμός. Για το διάστημα 1980-2000, το μέσο ποσοστό Π.Σ.Κ. στον γενικό πληθυσμό προσεγγίζει το 20% στις γυναίκες και 5-10% στους άνδρες.
Στη μεγαλύτερη έρευνα που διενεργήθηκε ποτέ στον Καναδά, το 53% των ενήλικων γυναικών και το 31% των ανδρών έπεσαν θύματα Π.Σ.Κ.
Συχνότητα Σ.Κ. σε παιδιά προσχολικής και πρώιμης σχολικής ηλικίας
Σε μια μεγάλη έρευνα, διαπιστώθηκε πως 5,5 παιδιά στα 10.000 υφίστανται Σ.Κ. στα πλαίσια της προσχολικής αγωγής. Το 40% των θυτών ήταν γυναίκες και το 60% άνδρες, αν και οι τελευταίοι αποτελούσαν μόνο το 5% του προσωπικού των βρεφονηπιακών σταθμών.
Σε επόμενη αναδρομική έρευνα ενηλίκων, διαπιστώθηκε πως το 17% των γυναικών και το 16% των ανδρών υπέστησαν Π.Σ.Κ. Η μέση ηλικία κακοποίησης ήταν 9,9 έτη για τα αγόρια και 9,6 για τα κορίτσια. Κακοποίηση πριν την ηλικία των 8 ετών υπήρξε στο 22% των αγοριών και στο 23% των κοριτσιών. Οι περισσότεροι θύτες της Π.Σ.Κ. τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών ήταν μεγαλύτεροι από τα θύματά τους κατά 10 χρόνια τουλάχιστον. Το 42% των γυναικών και το 33% των ανδρών δεν αποκάλυψαν ποτέ τη σεξουαλική τους κακοποίηση.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία στις Η.Π.Α., 1 στα 7 θύματα Σ.Κ. ήταν κάτω των 6 ετών και το 40% των θυτών τους ήταν νέοι κάτω των 18 ετών.
Σε μία από τις μεγαλύτερες έρευνες στον Καναδά, διαπιστώθηκε πως στο 80% των περιπτώσεων Σ.Κ. που διερευνήθηκαν οι θύτες κατείχαν δημόσιες θέσεις εμπιστοσύνης – το 50% ήταν επαγγελματίες ασχολούμενοι με παιδιά (δάσκαλοι, κληρικοί κ.ά.) και το 30% κατείχε μη επαγγελματικές θέσεις (αρχηγοί αθλητικών δραστηριοτήτων, προσκοπισμού κ.ά.), ενώ το 20% ήταν γείτονες και φίλοι.
Όσο συγκλονιστικό και αν είναι το ενδεχόμενο αυτό, το προσωπικό βρεφονηπιακών σταθμών και σχολείων οφείλει να γνωρίζει πως μια Π.Σ.Κ. μπορεί να συμβεί και στον εργασιακό τους χώρο, οπότε θα πρέπει να υπάρχει έτοιμο προς χρησιμοποίηση ένα προκαθορισμένο σχέδιο δράσης για μια τέτοια περίπτωση.
Ποια παιδιά υφίστανται Π.Σ.Κ.; Παράγοντες κινδύνου
Κάθε παιδί μπορεί να πέσει θύμα Σ.Κ. από έναν ενήλικα που εκμεταλλεύεται την εμπιστοσύνη, τη σχέση εξάρτησης, την αδυναμία ή την άγνοιά του. Ορισμένα, όμως, παιδιά διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι λόγοι είναι πολλοί και αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης αλληλεπίδρασης ατομικών, διαπροσωπικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Πολλές θεωρίες και μοντέλα έχουν χρησιμοποιηθεί για την ερμηνεία διαφόρων μορφών βίας εντός και εκτός οικογενείας. Το επικρατέστερο μοντέλο είναι το λεγόμενο «οικολογικό» που εξετάζει τη σχέση μεταξύ ατομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, θεωρώντας κάθε μορφή βίας ως το αποτέλεσμα μιας πολυεπίπεδης επίδρασης στη συμπεριφορά.
Α. Ατομικοί παράγοντες κινδύνου που αφορούν το παιδί
1. Ηλικία
Τα ποσοστά Π.Σ.Κ. αυξάνουν στην προεφηβεία, και κορυφώνονται κατά την εφηβεία.
2. Φύλο
Στις περισσότερες χώρες, τα ποσοστά Π.Σ.Κ. είναι 1,5-3 φορές υψηλότερα στα κορίτσια.
3. Αναπηρία
Παιδιά με κάποια μορφή αναπηρίας διατρέχουν 4-10 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο Π.Σ.Κ.
4. Φυσική γοητεία/ωριμότητα
Η φυσική γοητεία/ωριμότητα έχει αποδειχθεί πως αυξάνει τον κίνδυνο Π.Σ.Κ.
5. Πρώιμη σεξουαλική ωριμότητα
6. Μοναχικότητα
Παιδιά παθητικά και μοναχικά, κοινωνικά απομονωμένα, με ελάχιστους φίλους και χωρίς πρωτοβουλίες, διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο.
B. Ατομικά και άλλα χαρακτηριστικά που αφορούν το θύτη
1. Φύλο :
στην περίπτωση Σ.Κ. κοριτσιών, περισσότεροι από το 90% των θυτών είναι
άνδρες, ενώ, στην περίπτωση Σ.Κ. αγοριών, το ποσοστό των ανδρών-θυτών
κυμαίνεται μεταξύ 63% και 86%
2. Χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσανεξία έντονων συναισθημάτων, έλλειψη συναισθαντικότητας, ανεπίλυτες/υποσυνείδητες ενδοψυχικές συγκρούσεις.
3. Ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης
Οι περισσότεροι γονείς/φροντιστές-θύτες έχουν πέσει οι ίδιοι ως παιδιά θύματα Σ.Κ.
4. Υπερπροστατευτικός ή ζηλόφθων προς το παιδί και τους φίλους του
Κάνει χρήση οινοπνεύματος ή άλλων ουσιών
Ενθαρρύνει το παιδί να επιδεικνύεται γυμνό
Έχει αποπλανητική στάση απέναντι στο παιδί
Εκθέτει το παιδί σε πορνογραφικό υλικό
Ενθαρρύνει το παιδί σε σεξουαλικές πράξεις
Προκαλεί ελεύθερες συζητήσεις με το παιδί περί σεξουαλικών θεμάτων
5. Γονέας/φροντιστής με πολλούς ερωτικούς συντρόφουs
Γ. Οικογενειακοί παράγοντες κινδύνου
Η Π.Σ.Κ. δεν περιορίζεται σε ορισμένες κοινωνικές τάξεις ή ομάδες, αλλά αφορά κάθε εθνική, φυλετική, θρησκευτική, κοινωνική και οικονομική ομάδα. Έχουν παρατηρηθεί, όμως, κάποια κοινά χαρακτηριστικά στις οικογένειες με Σ.Κ.
Κοινωνικά απομονωμένες και αποδιοργανωμένες οικογένειες
Ύπαρξη πατριού/μητριάς ή τοποθέτηση του παιδιού σε ίδρυμα ή ανάδοχη οικογένεια εξαιτίας διάλυσης της οικογένειας
Ανεπαρκής συναισθηματική σχέση γονέα – παιδιού
Ανεπαρκής οικογενειακή συνοχή
Χαμηλή οικογενειακή προσαρμοστικότητα
Προβλήματα γάμου, διαζύγιο ή ενδοοικογενειακή βία
Άκαμπτοι ρόλοι και έλλειψη ευελιξίας στις σχέσεις και στην επικοινωνία
Έντονος φόβος εγκατάλειψης
Tα μέλη της οικογένειας διακατέχονται από έντονο φόβο εγκατάλειψης και άγχος αποχωρισμού. Σε περίπτωση Σ.Κ., αυτή «αποσιωπάται» καθώς η αποκάλυψή της θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάλυση της οικογένειας.
Ενδείξεις ότι ένα παιδί έχει πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης
Μόνο ένα μικρό ποσοστό παιδιών βρίσκουν το κουράγιο και τις λέξεις να αποκαλύψουν σε κάποιον ενήλικα βιώματα Σ.Κ. με αποτέλεσμα ο δράστης να «προστατεύεται» και η Σ.Κ. να συνεχίζεται. Οι κυριότεροι λόγοι που αυτό συμβαίνει είναι:
- το παιδί είναι πολύ μικρό για να λεκτικοποιήσει τα γεγονότα
- έχει απειληθεί ή δωροδοκηθεί από τον δράστη
- νοιώθει σύγχυση εξαιτίας των συναισθημάτων που συνοδεύουν τη Σ.Κ.
- φοβάται πως δεν θα το πιστέψουν
- αυτομέμφεται ή πιστεύει πως η Σ.Κ. είναι η τιμωρία του γιατί ήταν «κακό παιδί»
- νοιώθει ντροπή και αμηχανία
- φοβάται μήπως μπλεχθεί ή δημιουργήσει προβλήματα σε ένα αγαπημένο του πρόσωπο
Συνήθως απουσιάζουν οι εμφανείς σωματικές ενδείξεις Σ.Κ. ή εντοπίζονται μόνον από έναν ειδικό διαμέσου μιας ενδελεχούς σωματικής εξέτασης του παιδιού. Τα συνηθέστερα σωματικά ευρήματα είναι:
- διάφοροι μώλωπες στο κορμί του παιδιού (π.χ. χέρια, πόδια)
- εκδορές σε καρπούς και αστραγάλους (π.χ. από σχοινί)
- ερεθισμός/φλεγμονή/αιμορραγία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή του πρωκτού
- δυσκολία του παιδιού να περπατήσει ή να καθίσει
- ερεθισμός του στόματος
- ολική ή μερική ρήξη του παρθενικού υμένα
- αφροδίσια νοσήματα
Συμπεραίνεται ότι είναι πολύ σημαντική η ικανότητα αναγνώρισης της Π.Σ.Κ. από έμμεσες ενδείξεις, λεκτικές ή μη λεκτικές (π.χ. παιχνίδι, ζωγραφιές, γλώσσα σώματος και επαφή του με άλλα παιδιά και ενήλικες).
Ο εντοπισμός εξαρτάται άμεσα από τη γνώση, την ευαισθησία και τις αξίες του καθενός και από τους ψυχικούς αμυντικούς του μηχανισμούς που αποσκοπούν στην προστασία του από τη συνειδητοποίηση και βίωση επώδυνων εμπειριών, όπως π.χ. η διαπίστωση μιας Π.Σ.Κ.
Οι συνηθέστερες ενδείξεις -αλλά όχι αποδείξεις- Π.Σ.Κ., που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση και ψυχολογική εκτίμηση από ειδικούς, είναι οι εξής:
- γνώση του παιδιού για σεξουαλικά θέματα που είναι ασύμβατα με την ηλικία του
- ασυνήθιστο ενδιαφέρον του παιδιού γύρω από σεξουαλικά θέματα
- προβλήματα ύπνου, εφιάλτες, φόβος για το σκοτάδι
- υπερβολικός φόβος για «τέρατα»
- ξαφνικές αλλαγές διάθεσης (οργή, φόβος, θυμός ή απόσυρση)
- φόβος για συγκεκριμένα άτομα ή χώρους (π.χ. αρνείται ξαφνικά να μείνει μόνο του με κάποιο συγκεκριμένο άτομο ή σιωπά και αποσύρεται στην παρουσία του, αρνείται να πάει στο σχολείο ή στον παιδικό σταθμό)
- έχει στην κατοχή του διάφορα δώρα ή χρήματα
- δεν θέλει να μιλήσει για κάποιο «μυστικό»
- αυτοκαταστροφική συμπεριφορά
- ξαφνική άρνηση συμμετοχής στη γυμναστική ή σε άλλες φυσικές δραστηριότητες
- φυγές
- δηλώσεις πως το σώμα είναι βρώμικο ή έχει κάποια βλάβη
- διάφορα ψυχοσωματικά προβλήματα, μειωμένη σχολική επίδοση
- ανησυχία, άγχος, κατάθλιψη ή απόσυρση
- αυτοκτονική συμπεριφορά
- υπερβολικό πλύσιμο ή ελλιπής σωματική υγιεινή
Επιπλέον ενδείξεις και συμπτώματα που αφορούν περισσότερο παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι:
- υπερβολικός αυνανισμός
- νέες λέξεις για απόκρυφα μέρη του σώματός τους
- απρόσμενες και σύντομες δηλώσεις πως έπεσαν θύματα Σ.Κ.
- σεξουαλικά παιχνίδια με άλλα παιδιά, κούκλες ή ζωάκια
- ξαφνική παλινδρόμηση του παιδιού όσον αφορά στην ψυχοσεξουαλική του εξέλιξη (π.χ. νυχτερινή ενούρηση, θηλασμός του δακτύλου)
- αποπλανητική και σεξουαλικά προκλητική συμπεριφορά προς άλλα παιδιά και ενήλικες (θέλει να φιλά στο στόμα, να αγγίζει απόκρυφα μέρη του σώματος του άλλου, ή να χρησιμοποιεί «βρώμικες» λέξεις ή εκφράσεις)
- αυτοκαταστροφική συμπεριφορά (π.χ. να βάζει αιχμηρά αντικείμενα στο στόμα ή στα γεννητικά του όργανα), να χτυπά το κεφάλι του, τραβά και βγάζει τα μαλλιά του κ.ά.
- έντονος φόβος και άρνηση για αλλαγή πάνας
- εκλεκτική βωβότητα
- έντονη άρνηση και φόβος κατά την παραλαβή του από οικείο πρόσωπο από τον βρεφονηπιακό σταθμό
- έντονες φαντασιώσεις τρομακτικού περιεχομένου
Ο ρόλος, η στάση και οι αντιδράσεις του προσωπικού
Οι αντιδράσεις του ενήλικα, στον οποίο το παιδί θα εκμυστηρευτεί τη Σ.Κ., παίζουν καθοριστικό ρόλο για την έκβαση της κρίσης. Ο ενήλικας αυτός θα πρέπει να φανεί αντάξιος της εμπιστοσύνης του παιδιού, δείχνοντας σεβασμό, ενδιαφέρον και σοβαρότητα και διαβεβαιώνοντας το παιδί πως δεν ευθύνεται το ίδιο για όσα συνέβησαν και πως έκανε πολύ καλά που βρήκε το θάρρος και τη δύναμη να μιλήσει.
Οι χειρισμοί του ενήλικα και η διαδικασία που θα ακολουθήσει καθορίζουν τον τρόπο που το παιδί θα βιώσει συνολικά τη Σ.Κ. του και το ρόλο του σ’ αυτήν. Η αίσθηση του παιδιού πως το πιστεύουν και το στηρίζουν οι ενήλικες που εμπιστεύεται και όλοι όσοι θα εμπλακούν στην υπόθεσή του, μπορεί να το βοηθήσει σημαντικά στην αντιμετώπιση της συναισθηματικής του κρίσης και στη μείωση -ως ένα βαθμό- κάποιων τραυματικών συνεπειών της Σ.Κ.
Εάν ο ενήλικας αντιδράσει με καχυποψία, έντονο άγχος ή πανικό και δεν ακολουθήσει μια διαδικασία που στηρίζεται σε κάποιον προκαθορισμένο σχεδιασμό, τότε το παιδί βιώνει συχνά την ημέρα ή την περίοδο αυτή ως τη χειρότερη της ζωής του.
Λίγες καταστάσεις σοκάρουν το προσωπικό ενός βρεφονηπιακού σταθμού ή έναν ενήλικα τόσο όσο η διαπίστωση μιας Π.Σ.Κ. Το συναισθηματικό σοκ είναι τόσο έντονο που οδηγεί συχνά σε τραυματική κρίση, αλλά ακόμα και σε άρνηση του ίδιου του γεγονότος. Σε μια μεγάλη έρευνα, διαπιστώθηκε πως, στο 80% των περιπτώσεων Σ.Κ. που αποκαλύφθηκαν, ο περίγυρος έδειξε έντονα στοιχεία άρνησης και δυσπιστίας για το αν πράγματι υπήρξε Σ.Κ.
Όταν το προσωπικό ενός βρεφονηπιακού σταθμού περιπέσει σε μια τέτοια συναισθηματική κρίση, μειώνεται δραματικά η επαγγελματική του επάρκεια και κατά συνέπεια η ικανότητα δράσης και χειρισμού της κατάστασης. Στην περίπτωση αυτή, η δυνατότητα πρόσβασης σε κάποιον ειδικό του χώρου της ψυχικής υγείας είναι απαραίτητη ώστε το προσωπικό να ανακτήσει την αυτοπεποίθηση και την επαγγελματική του επάρκεια και να μπορέσει να στηρίξει αποτελεσματικά το παιδί και την οικογένειά του.
Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, το προσωπικό κάθε βρεφονηπιακού σταθμού έχει την υποχρέωση να καταγγείλει οποιαδήποτε υπόνοια, πολύ περισσότερο βεβαιότητα, για την οποιασδήποτε μορφής κακοποίηση ενός παιδιού. Σε συνεννόηση πάντα με τη διεύθυνση του σταθμού, αρκεί και η προφορική -αλλά επώνυμη- καταγγελία στον εισαγγελέα ανηλίκων για να κινηθεί η διαδικασία διερεύνησης της υπόθεσης.
Οι αντιδράσεις του ενήλικα, στον οποίο το παιδί θα εκμυστηρευτεί τη Σ.Κ., παίζουν καθοριστικό ρόλο για την έκβαση της κρίσης. Ο ενήλικας αυτός θα πρέπει να φανεί αντάξιος της εμπιστοσύνης του παιδιού, δείχνοντας σεβασμό, ενδιαφέρον και σοβαρότητα και διαβεβαιώνοντας το παιδί πως δεν ευθύνεται το ίδιο για όσα συνέβησαν και πως έκανε πολύ καλά που βρήκε το θάρρος και τη δύναμη να μιλήσει.
Οι χειρισμοί του ενήλικα και η διαδικασία που θα ακολουθήσει καθορίζουν τον τρόπο που το παιδί θα βιώσει συνολικά τη Σ.Κ. του και το ρόλο του σ’ αυτήν. Η αίσθηση του παιδιού πως το πιστεύουν και το στηρίζουν οι ενήλικες που εμπιστεύεται και όλοι όσοι θα εμπλακούν στην υπόθεσή του, μπορεί να το βοηθήσει σημαντικά στην αντιμετώπιση της συναισθηματικής του κρίσης και στη μείωση -ως ένα βαθμό- κάποιων τραυματικών συνεπειών της Σ.Κ.
Εάν ο ενήλικας αντιδράσει με καχυποψία, έντονο άγχος ή πανικό και δεν ακολουθήσει μια διαδικασία που στηρίζεται σε κάποιον προκαθορισμένο σχεδιασμό, τότε το παιδί βιώνει συχνά την ημέρα ή την περίοδο αυτή ως τη χειρότερη της ζωής του.
Λίγες καταστάσεις σοκάρουν το προσωπικό ενός βρεφονηπιακού σταθμού ή έναν ενήλικα τόσο όσο η διαπίστωση μιας Π.Σ.Κ. Το συναισθηματικό σοκ είναι τόσο έντονο που οδηγεί συχνά σε τραυματική κρίση, αλλά ακόμα και σε άρνηση του ίδιου του γεγονότος. Σε μια μεγάλη έρευνα, διαπιστώθηκε πως, στο 80% των περιπτώσεων Σ.Κ. που αποκαλύφθηκαν, ο περίγυρος έδειξε έντονα στοιχεία άρνησης και δυσπιστίας για το αν πράγματι υπήρξε Σ.Κ.
Όταν το προσωπικό ενός βρεφονηπιακού σταθμού περιπέσει σε μια τέτοια συναισθηματική κρίση, μειώνεται δραματικά η επαγγελματική του επάρκεια και κατά συνέπεια η ικανότητα δράσης και χειρισμού της κατάστασης. Στην περίπτωση αυτή, η δυνατότητα πρόσβασης σε κάποιον ειδικό του χώρου της ψυχικής υγείας είναι απαραίτητη ώστε το προσωπικό να ανακτήσει την αυτοπεποίθηση και την επαγγελματική του επάρκεια και να μπορέσει να στηρίξει αποτελεσματικά το παιδί και την οικογένειά του.
Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, το προσωπικό κάθε βρεφονηπιακού σταθμού έχει την υποχρέωση να καταγγείλει οποιαδήποτε υπόνοια, πολύ περισσότερο βεβαιότητα, για την οποιασδήποτε μορφής κακοποίηση ενός παιδιού. Σε συνεννόηση πάντα με τη διεύθυνση του σταθμού, αρκεί και η προφορική -αλλά επώνυμη- καταγγελία στον εισαγγελέα ανηλίκων για να κινηθεί η διαδικασία διερεύνησης της υπόθεσης.
Οι συνέπειες της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης
Η πρώτη περίοδος της σύγχρονης έρευνας για τις συνέπειες της Π.Σ.Κ. δεν στηρίχθηκε σε άμεσες παρατηρήσεις παιδιών-θυμάτων, αλλά σε ενήλικους ψυχιατρικούς ασθενείς και μάλιστα σχεδόν αποκλειστικά σε γυναίκες που έπεσαν θύματα Π.Σ.Κ. αιμομικτικού τύπου. Συνεπώς, παρέμειναν στην ουσία εντελώς αδιερεύνητες οι συνέπειες της Σ.Κ. αγοριών καθώς και οι περιπτώσεις Π.Σ.Κ. μη αιμομικτικού χαρακτήρα.
Όσον αφορά στις μακροπρόθεσμες συνέπειες της Π.Σ.Κ., διαπιστώθηκε πως υπάρχει συχνά αλληλοεπικάλυψη μεταξύ φυσικής, συναισθηματικής και σεξουαλικής κακοποίησης. Συνήθως, ένα παιδί, που εκτίθεται σε μια μορφή κακοποίησης, βιώνει ταυτόχρονα και άλλες μορφές κακοποίησης ή παραμέλησης. Για παράδειγμα, έρευνες κατέδειξαν πως γυναίκες με ιστορικό Π.Σ.Κ. είχαν τουλάχιστον πενταπλάσιο ποσοστό φυσικής κακοποίησης και τριπλάσιο συναισθηματικής στέρησης. Υπάρχει, από τη μία, ένα συγκεκριμένο γεγονός (π.χ. φυσική ή σεξουαλική κακοποίηση), και, από την άλλη, μια μόνιμη απουσία γονικής στήριξης και φροντίδας (π.χ. παραμέληση). Η ύπαρξη μιας οικολογικής-εξελικτικής θεώρησης κρίνεται ως απαραίτητη και σημαίνει πως, στην εκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της Π.Σ.Κ., θα πρέπει οπωσδήποτε να συνυπολογίζεται και η ποιότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Οι παράγοντες που φαίνεται πως επηρεάζουν τις συνέπειες μιας Π.Σ.Κ. είναι:
- Η ηλικία του παιδιού: μικρότερης ηλικίας παιδιά είναι πιο ευάλωτα, αλλά οι συνέπειες διαφέρουν ανάλογα με τη εξελικτική φάση που βρίσκονται.
- Το άτομο που διέπραξε την κακοποίηση: οι συνέπειες είναι γενικώς σοβαρότερες όταν ο δράστης είναι άτομο που το παιδί αγαπά και εμπιστεύεται («τραύμα προδοσίας»).
- Οι αντιδράσεις του ατόμου στο οποίο το παιδί εκμυστηρεύεται τη Σ.Κ.: αντιδράσεις αμφισβήτησης, αδιαφορίας, μομφής κ.ά. μπορεί να πλήξουν το παιδί περισσότερο και από την ίδια τη Σ.Κ.
- Η άσκηση βίας, η έκταση και η έντασή της.
- Η διάρκεια και η συχνότητα της Σ.Κ.
- Ο αριθμός των διαφόρων δραστών.
Ορισμένοι άλλοι ειδικοί παράγοντες είναι :
- Η άσκηση εσκεμμένης βίας κατά τη Σ.Κ.
- Πόσο «φυσική» θεωρείται η Σ.Κ. στην ευρύτερη οικογένεια και στην τοπική κουλτούρα.
- Κατά πόσο το παιδί έχει στην οικογένειά του άτομα που αγαπά και είναι πεπεισμένο πως και αυτά το αγαπούν.
- Η ύπαρξη καλών σχέσεων μεταξύ παιδιού και φίλων, συγγενών, βρεφονηπιοκόμων ή δασκάλων.
- Η ύπαρξη σχέσεων όπου το παιδί μπορεί να εκφράζει ακόμα και «αρνητικά» συναισθήματα που αντιμετωπίζονται συνήθως με αποδοχή, ηρεμία και συγκρότηση.
Βραχυπρόθεσμες συνέπειες της Σ.Κ.
- Διαταραχή μετατραυματικού «stress» (PTSD): >50%
Το σύνδρομο αυτό εκδηλώνεται με συμπτώματα που διαχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: επίμονη αναβίωση του τραυματικού γεγονότος, επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που συνδέονται με το τραυματικό γεγονός ή γενική απόσυρση και ψυχολογική υπερεγρήγορση (μόνιμη αίσθηση απειλής)
- Αντιδραστική σεξουαλικοποιημένη συμπεριφορά : ~30%
- Διάσπαση προσοχής : 23%
- Άγχος και κατάθλιψη : >33%
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση : 35%
- Γενικευμένα προβλήματα συμπεριφοράς : 30%
Μακροπρόθεσμες συνέπειες της Σ.Κ.
Οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν πως η Σ.Κ. μικρών παιδιών έχει ψυχολογικές, συναισθηματικές και κοινωνικές συνέπειες και προκαλεί διάφορες και ποικίλης έκτασης δυσλειτουργίες.
Κοινωνικο-οικονομική κατάσταση
Η άμεση σχέση μεταξύ Π.Σ.Κ., χαμηλής ακαδημαϊκής επίδοσης, δυσκολιών συμπεριφοράς, χαμηλής αυτοεκτίμησης και παθητικότητας είναι το δυσμενέστερο πιθανό μελλοντικό σενάριο της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης των θυμάτων μιας Π.Σ.Κ. Η σχέση αυτή είναι τετραπλάσια σε γυναίκες που έπεσαν θύματα μιας βίαιης μορφής Σ.Κ. που περιελάμβανε και διείσδυση.
Σεξουαλικότητα και σεξουαλική προσαρμογή
Η Π.Σ.Κ. συνδέεται άμεσα με προβλήματα σεξουαλικής προσαρμογής στην ενήλικη ζωή, όπως μειωμένη ικανοποίηση, μικρή ηλικία έναρξης ερωτικής ζωής και πρώτης εγκυμοσύνης, συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων, αυξημένο άγχος για τη σεξουαλική επαφή μέχρι σημείου αποφυγής των ερωτικών σχέσεων κ.ά.
Διαπροσωπικές σχέσεις και εγγύτητα
Τα θύματα Π.Σ.Κ. παρουσιάζουν μια γενική ανασφάλεια αργότερα στη ζωή τους και οι στενές διαπροσωπικές τους σχέσεις χαρακτηρίζονται από αστάθεια και έλλειψη ικανοποίησης.
Αυτοεκτίμηση
Υπάρχει σαφής σχέση ανάμεσα στην Π.Σ.Κ. και στην εξέλιξη χαμηλής αυτοεκτίμησης, ιδιαίτερα σε άτομα που υπέστησαν ως παιδιά πιο βίαιες μορφές Σ.Κ.
Μελλοντικές ψυχικές διαταραχές
Διαταραχές μετατραυματικού στρες, κατάθλιψη, άγχος, διαταραχές διατροφής (ψυχογενής ανορεξία, βουλιμία κ.ά.), απόπειρες αυτοκτονίας και χρήση διαφόρων ουσιών (οινόπνευμα κ.τ.λ.), αποτελούν προβλήματα που εμφανίζονται με 3-4πλάσια συχνότητα σε άτομα που ως παιδιά έπεσαν θύματα Σ.Κ.
Προληπτικές παρεμβάσεις – η συμβολή του προσωπικού
Αν και έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως η σημασία της πρόληψης και του εντοπισμού παιδιών που υπέστησαν Σ.Κ. ή που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, εντούτοις δεν υπάρχουν προγράμματα πρόληψης και επιμόρφωσης του προσωπικού ούτε στους βρεφονηπιακούς σταθμούς ούτε και στα σχολεία.
Η επιμόρφωση του προσωπικού σε θέματα Π.Σ.Κ. (αναγνώριση ενδείξεων, τρόποι προσέγγισης και χειρισμού του παιδιού, παράγοντες κινδύνου κ.τ.λ.), καθώς και η ύπαρξη και γνώση προκαθορισμένων μεθόδων που προάγουν την ασφάλεια του παιδιού, έχουν μεγάλη προληπτική αξία και ενδυναμώνουν την αυτοπεποίθηση και την αποτελεσματικότητα του προσωπικού.
Για να μπορέσει το προσωπικό να αποτελέσει σημείο αναφοράς και πρόσβασης, για να περάσει μηνύματα και για να διδάξει τρόπους αυτοπροστασίας και πρόληψης, θα πρέπει συνειδητά να επιδιώκει να κερδίσει τηνεμπιστοσύνη των παιδιών.
Το προσωπικό οφείλει να εκπαιδεύσει τα παιδιά ώστε να μπορούν να αναγνωρίζουν και να αρνούνται κάθε αθέμιτη προσέγγιση ή συμπεριφορά, να διακρίνουν το «αθώο» από το «πονηρό» άγγιγμα και τα «καλά» από τα «κακά» μυστικά. Να επισημανθεί το δικαίωμά τους για «καλά» μυστικά και η αποκάλυψη σε άτομα της εμπιστοσύνης τους κάθε «κακού» μυστικού ή αγγίγματος από οποιοδήποτε άτομο (συγγενή, δάσκαλο, βρεφονηπιοκόμο κ.τ.λ.).
Επειδή πολλές περιπτώσεις Σ.Κ. αφορούν παιδιά προσχολικής ηλικίας, τα μέτρα πρόληψης θα πρέπει να ξεκινούν νωρίς. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει τα εξής:
18 μηνών Εκμάθηση των κατάλληλων ονομασιών διαφόρων μερών του σώματος.
3-5 χρονών Εκμάθηση της ιδιαιτερότητας ορισμένων σημείων του σώματος, ειλικρινείς απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τη σεξουαλικότητα και αποφυγή/άρνηση προσεγγίσεων από ενήλικες ή μεγαλύτερα παιδιά
5-8 χρονών Εκμάθηση αυτοπροστασίας εκτός σπιτιού, διάκριση «αθώου» και «πονηρού» αγγίγματος και αποκάλυψη εμπειριών που το τρομάζουν.
8-12 χρονών Περαιτέρω τονισμός της προσωπικής ασφάλειας. Συζήτηση των κανόνων σεξουαλικής συμπεριφοράς που αποδέχεται η οικογένεια.
Η καλή επαφή του προσωπικού με τους γονείς και η επιμόρφωση των τελευταίων γύρω από θέματα που αφορούν στη φυσιολογική εξέλιξη των παιδιών, στη σεξουαλικότητά τους, στην αποκλίνουσα συμπεριφορά που ενδέχεται να υποδηλοί απόπειρα ή ύπαρξη Σ.Κ. και στη στάση που θα πρέπει να υιοθετηθεί στην περίπτωση αυτή, έχουν μεγάλη προληπτική αξία.
Όλες οι προσπάθειες πρόληψης πρέπει να απευθύνονται τόσο προς το ίδιο το παιδί και τους οποιουσδήποτε φροντιστές του όσο και προς το περιβάλλον του. Παρόλ’ αυτά, δεν επαρκούν εάν ταυτόχρονα δεν γίνεται και μια αξιολόγηση των ευρύτερων κοινωνικών παραγόντων που πυροδοτούν και συντηρούν τέτοια φαινόμενα, όπως η κακοποίηση παιδιών.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου